Η περιοχή των Κρουσσίων με μικρά χωριά και οικισμούς, γαντζωμένα στις παρυφές ή απλωμένα στα ριζά του Δύσωρου όρους (Κρούσια), δασοσκεπής και λουλουδοσκέπαστη από το μεγαλύτερο κήπο των Βαλκανίων, το Βοτανικό, με χλωρίδα καταπράσινη, πλούσια πανίδα και άφθονες φυσικές ομορφιές, έχει τη δική της διαχρονική συμμετοχή στο ιστορικό γίγνεσθαι του τόπου μας και της Μακεδονίας ευρύτερα.
Η ιστορία της περιοχής χάνεται στην άχλη του μύθου, του θρύλου και της προϊστορίας. Στην εποχή του χαλκού και του σιδήρου τότε που στην ορεινή Κρηστωνία, όπου εντασσόταν και τα Κρούσια (N.G.L. HAMMOND) κατοικούσαν Πελασγοί, Μακεδόνες, Κρηστωναίοι και Θράκες.
Στην εποχή που οι ελιές στα μέρη ετούτα καρποφορούσαν την άνοιξη, οι σοδειές από σύκα και σταφύλια ήταν άφθονες, τα βοσκοτόπια χλοερά και στων πυκνών δασών τις λόχμες έβρισκαν καταφύγιο άγρια ζώα.
Ήταν σε τούτα τα μέρη, που επιτέθηκαν νύχτα λιοντάρια στις καμήλες του Ξέρξη.
Τότε που το χρυσάφι κατηφόριζε από το Δύσωρο με το χρυσοφόρο ποταμό τον Εχέδωρο (Γαλλικός) και η άφθονη ξυλεία του βουνού, χρησίμευε στην κατασκευή έργων αποστράγγισης.
Το όνομα της περιοχής των Κρουσίων αναφέρεται σύμφωνα με το Στράβωνα στο γιο του Μύγδονα, Κρούσιο.
"Από Κρουσίου του Μύγδονος υιού".
"Κρουσίς μοιρά της Μυγδονίας" προσθέτει ο Στεφ. Βυζάντιος.
Ο ιδρυτής της κριτικής ιστοριογραφίας, Θουκυδίδης συμπληρώνει "είχον δε τινάς ου πολλούς πελταστάς εκ της Κρουσίδος γης καλουμένης".(Θουκ. 2,77).
Στα παραπάνω αξίζει να κατατεθεί και η γνώμη του πατέρα της ιστορίας του Ηρόδοτου:΄"η χώρα τούτων Κρουσσαίη έτι και ες τόδε καλέεται".(Ηροδ. 7,123).
Ακόμη θα έπρεπε διευκρινιστικά να αναφέρουμε ότι η Κρουσίδα τα χρόνια εκείνα εκτεινόταν από το Αιναίο ακρωτήριο μέχρι την πόλη της Αντιγόνειας.
Το όνομα της η Αντιγόνεια το οφείλει στον ιδρυτή της Αντίγονο Γονατά. Ήταν η μόνη πόλη μεταξύ Στόβων και Ευρωπού, σύμφωνα με τον Πλίνιο. Απλωνόταν σε περίοπτη γεωγραφική θέση, για να μπορεί να ελέγχει τις "Σιδηρές πόρτες", τη δίοδο δηλαδή από την Παιονία στη Μακεδονία.
Άλλη σημαντική πόλη στα χρόνια εκείνα ήταν η Φύσκα. Κατοικήθηκε σύμφωνα με το Θουκυδίδη (2.99.5) από έναν μικρό αριθμό Εορδαίων που εκδιώχθηκαν από την Εορδαία από τους Μακεδόνες. Επίσης ο Πτολεμαίος (3.13.36) την αναφέρει ως πόλη των Μυγδόνων, κείμενη πάνω σε λόφους που οι συντεταγμένες της, την έκαναν να ξεχωρίζει από άλλες πόλεις.
Μια άλλη εξίσου σπουδαία πόλη ήταν η Τέρπυλλος. Χτισμένη στη σημερινή της θέση, στο λόφο του Αγίου Γεωργίου, τοποθετείται σύμφωνα με τον Πτολεμαίο στα όρια της Μυγδονίας.
Η περιοχή των Κρουσίων στα προμακεδονικά και μακεδονικά χρόνια ήταν πλούσια σε υπέδαφος. Στις αρχές του Ε' αιώνα προσπόριζε στον Αλέξανδρο Α' ένα τάλαντο αργύρου καθημερινά, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο.
Ο Εχέδωρος ποταμός που πηγάζει από τους πρόποδες του Δύσωρου όρους παρείχε στο Φίλιππο Β' και στον Αλέξανδρο Γ' χρυσό και άλλα μέταλλα όπως άργιλο και χαλκό. Ο Προκόπιος επαινούσε υπερβολικά το νερό του χρυσοφόρου ποταμού, Εχέδωρου.
Οι κάτοικοι της περιοχής Κρουσαίοι αποτελούσαν μια φυλετική ομάδα που πιθανόν σχετιζόταν με τους προμακεδονικούς πληθυσμούς της Μυγδονίας. Ήταν λαός ορεσίβιος, σκληραγωγημένος και σκληροτράχηλος που μπορούσε να εξουδετερώνει επιτιθέμενους εχθρούς.
Τα ευρήματα στο Παλατιανό και ιδίως το άγαλμα του νεαρού Διονύσου, αποδεικνύει πως τα θρησκευτικά έθιμα στην Γραστωνία ή Κρηστωνία ταίριαζαν με αυτά των Ελλήνων. Οι Γράστωνες ή Κρήστωνες υποστήριζαν πως κατάγονταν από το γιο του Μύγδονα, το Γράσπο.
Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο η περιοχή των Κρουσίων όπως και η ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας μπήκε στο στόχαστρο των Ρωμαίων για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος ήταν λόγω της γεωστρατηγικής της θέσης και δεύτερος για την εκμετάλλευση του φυσικού και του ορυκτού της πλούτου. Άλλωστε και η Εγνατία οδός περνούσε μέσα από τη Μακεδονία, βόρεια της Θεσσαλονίκης, για τη διευκόλυνση στη διακίνηση των αγαθών.
Στη βυζαντινή περίοδο εγκαθίστανται στα μέρη αυτά όπως και στην υπόλοιπη Μακεδονία Βούλγαροι, ιδρύοντας το πρώτο βουλγαρικό κράτος (681-1021). Έχοντας επικεφαλής τον Κρούμο αρχικά και αργότερα το Συμεών, κατέστρεψαν συστηματικά τη Μακεδονία. Το ίδιο έπραξε και ο μετέπειτα αρχηγός τους, Σαμουήλ ώσπου ο Βασίλειος Β' Βουλγαροκτόνος πέτυχε εναντίον τους σπουδαία νίκη το 1014 στο Κλειδί (Σιδηρόκαστρο).
Γύρω στα 1370 μπαίνουν οι Τούρκοι στη Μακεδονία και εδραιώνουν την Οθωμανική κυριαρχία με τη μάχη του Κοσσυφοπεδίου.
Για τέσσερις αιώνες η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τον Οθωμανικό ζυγό.
Ύστερα από την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού ακολουθούν οι δύο βαλκανικοί πόλεμοι 1912-13.Στον πρώτο νικούνται οι Τούρκοι και στο δεύτερο οι Βούλγαροι ύστερα από κοινή δράση Ελλάδας και Σερβίας και η περιοχή αυτή εντάσσεται έκτοτε στα όρια της Ελληνικής επικράτειας.
Μικρασιατική καταστροφή. Έτος 1922. Όσοι Ρωμιοί Πόντιοι κυρίως γλίτωσαν από το μαχαίρι του αποθηριωμένου Ασιάτη και από τα τάγματα εργασίας, έφτασαν και έπεσαν στην ποδιά της φτωχής μάνας γης, στα ημιορεινά και ορεινά χωριά της περιοχής μας.
Κουβαλώντας στις ισχνές τους πλάτες, οι πρόσφυγες, ανοιχτές πληγές και θύμησες ανεξίτηλες, κουβαριασμένες όλες κι όλες σ' έναν μπόγο, όσοι επέζησαν τη γενοκτονία του ποντιακού Ελληνισμού, ήρθαν και ριζοβόλησαν στα ριζά των Κρουσίων.
Ξεχέρσωσαν τη γη, μάζεψαν αγκάθια και λιθάρια, την πότισαν με αίμα, δάκρυ και ιδρώτα. Την έκαμαν χωράφι. Γίναν οργοτόμοι και φυτευτάδες. Σαν δουλεύανε, τα μεσημέρια έχοντας το χέρι αντήλιο, κάτω από το φλογισμένο ήλιο που τρεμόπαιζε πάνω στις βελονιές των πεύκων, στο ασήμι της λεύκας και στα σπασμένα αγάλματα του Παλατιανού, με πρόσωπα ηλιοστράγγιστα χωμένα μέσα σε χαίνουσες ρυτίδες, έγιναν χτίστες και μάστοροι. Τα σπίτια άρχισαν σιγά-σιγά να φαίνονται.
Η ιστορία της περιοχής χάνεται στην άχλη του μύθου, του θρύλου και της προϊστορίας. Στην εποχή του χαλκού και του σιδήρου τότε που στην ορεινή Κρηστωνία, όπου εντασσόταν και τα Κρούσια (N.G.L. HAMMOND) κατοικούσαν Πελασγοί, Μακεδόνες, Κρηστωναίοι και Θράκες.
Στην εποχή που οι ελιές στα μέρη ετούτα καρποφορούσαν την άνοιξη, οι σοδειές από σύκα και σταφύλια ήταν άφθονες, τα βοσκοτόπια χλοερά και στων πυκνών δασών τις λόχμες έβρισκαν καταφύγιο άγρια ζώα.
Ήταν σε τούτα τα μέρη, που επιτέθηκαν νύχτα λιοντάρια στις καμήλες του Ξέρξη.
Τότε που το χρυσάφι κατηφόριζε από το Δύσωρο με το χρυσοφόρο ποταμό τον Εχέδωρο (Γαλλικός) και η άφθονη ξυλεία του βουνού, χρησίμευε στην κατασκευή έργων αποστράγγισης.
Το όνομα της περιοχής των Κρουσίων αναφέρεται σύμφωνα με το Στράβωνα στο γιο του Μύγδονα, Κρούσιο.
"Από Κρουσίου του Μύγδονος υιού".
"Κρουσίς μοιρά της Μυγδονίας" προσθέτει ο Στεφ. Βυζάντιος.
Ο ιδρυτής της κριτικής ιστοριογραφίας, Θουκυδίδης συμπληρώνει "είχον δε τινάς ου πολλούς πελταστάς εκ της Κρουσίδος γης καλουμένης".(Θουκ. 2,77).
Στα παραπάνω αξίζει να κατατεθεί και η γνώμη του πατέρα της ιστορίας του Ηρόδοτου:΄"η χώρα τούτων Κρουσσαίη έτι και ες τόδε καλέεται".(Ηροδ. 7,123).
Ακόμη θα έπρεπε διευκρινιστικά να αναφέρουμε ότι η Κρουσίδα τα χρόνια εκείνα εκτεινόταν από το Αιναίο ακρωτήριο μέχρι την πόλη της Αντιγόνειας.
Το όνομα της η Αντιγόνεια το οφείλει στον ιδρυτή της Αντίγονο Γονατά. Ήταν η μόνη πόλη μεταξύ Στόβων και Ευρωπού, σύμφωνα με τον Πλίνιο. Απλωνόταν σε περίοπτη γεωγραφική θέση, για να μπορεί να ελέγχει τις "Σιδηρές πόρτες", τη δίοδο δηλαδή από την Παιονία στη Μακεδονία.
Άλλη σημαντική πόλη στα χρόνια εκείνα ήταν η Φύσκα. Κατοικήθηκε σύμφωνα με το Θουκυδίδη (2.99.5) από έναν μικρό αριθμό Εορδαίων που εκδιώχθηκαν από την Εορδαία από τους Μακεδόνες. Επίσης ο Πτολεμαίος (3.13.36) την αναφέρει ως πόλη των Μυγδόνων, κείμενη πάνω σε λόφους που οι συντεταγμένες της, την έκαναν να ξεχωρίζει από άλλες πόλεις.
Μια άλλη εξίσου σπουδαία πόλη ήταν η Τέρπυλλος. Χτισμένη στη σημερινή της θέση, στο λόφο του Αγίου Γεωργίου, τοποθετείται σύμφωνα με τον Πτολεμαίο στα όρια της Μυγδονίας.
Η περιοχή των Κρουσίων στα προμακεδονικά και μακεδονικά χρόνια ήταν πλούσια σε υπέδαφος. Στις αρχές του Ε' αιώνα προσπόριζε στον Αλέξανδρο Α' ένα τάλαντο αργύρου καθημερινά, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο.
Ο Εχέδωρος ποταμός που πηγάζει από τους πρόποδες του Δύσωρου όρους παρείχε στο Φίλιππο Β' και στον Αλέξανδρο Γ' χρυσό και άλλα μέταλλα όπως άργιλο και χαλκό. Ο Προκόπιος επαινούσε υπερβολικά το νερό του χρυσοφόρου ποταμού, Εχέδωρου.
Οι κάτοικοι της περιοχής Κρουσαίοι αποτελούσαν μια φυλετική ομάδα που πιθανόν σχετιζόταν με τους προμακεδονικούς πληθυσμούς της Μυγδονίας. Ήταν λαός ορεσίβιος, σκληραγωγημένος και σκληροτράχηλος που μπορούσε να εξουδετερώνει επιτιθέμενους εχθρούς.
Τα ευρήματα στο Παλατιανό και ιδίως το άγαλμα του νεαρού Διονύσου, αποδεικνύει πως τα θρησκευτικά έθιμα στην Γραστωνία ή Κρηστωνία ταίριαζαν με αυτά των Ελλήνων. Οι Γράστωνες ή Κρήστωνες υποστήριζαν πως κατάγονταν από το γιο του Μύγδονα, το Γράσπο.
Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο η περιοχή των Κρουσίων όπως και η ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας μπήκε στο στόχαστρο των Ρωμαίων για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος ήταν λόγω της γεωστρατηγικής της θέσης και δεύτερος για την εκμετάλλευση του φυσικού και του ορυκτού της πλούτου. Άλλωστε και η Εγνατία οδός περνούσε μέσα από τη Μακεδονία, βόρεια της Θεσσαλονίκης, για τη διευκόλυνση στη διακίνηση των αγαθών.
Στη βυζαντινή περίοδο εγκαθίστανται στα μέρη αυτά όπως και στην υπόλοιπη Μακεδονία Βούλγαροι, ιδρύοντας το πρώτο βουλγαρικό κράτος (681-1021). Έχοντας επικεφαλής τον Κρούμο αρχικά και αργότερα το Συμεών, κατέστρεψαν συστηματικά τη Μακεδονία. Το ίδιο έπραξε και ο μετέπειτα αρχηγός τους, Σαμουήλ ώσπου ο Βασίλειος Β' Βουλγαροκτόνος πέτυχε εναντίον τους σπουδαία νίκη το 1014 στο Κλειδί (Σιδηρόκαστρο).
Γύρω στα 1370 μπαίνουν οι Τούρκοι στη Μακεδονία και εδραιώνουν την Οθωμανική κυριαρχία με τη μάχη του Κοσσυφοπεδίου.
Για τέσσερις αιώνες η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τον Οθωμανικό ζυγό.
Ύστερα από την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού ακολουθούν οι δύο βαλκανικοί πόλεμοι 1912-13.Στον πρώτο νικούνται οι Τούρκοι και στο δεύτερο οι Βούλγαροι ύστερα από κοινή δράση Ελλάδας και Σερβίας και η περιοχή αυτή εντάσσεται έκτοτε στα όρια της Ελληνικής επικράτειας.
Μικρασιατική καταστροφή. Έτος 1922. Όσοι Ρωμιοί Πόντιοι κυρίως γλίτωσαν από το μαχαίρι του αποθηριωμένου Ασιάτη και από τα τάγματα εργασίας, έφτασαν και έπεσαν στην ποδιά της φτωχής μάνας γης, στα ημιορεινά και ορεινά χωριά της περιοχής μας.
Κουβαλώντας στις ισχνές τους πλάτες, οι πρόσφυγες, ανοιχτές πληγές και θύμησες ανεξίτηλες, κουβαριασμένες όλες κι όλες σ' έναν μπόγο, όσοι επέζησαν τη γενοκτονία του ποντιακού Ελληνισμού, ήρθαν και ριζοβόλησαν στα ριζά των Κρουσίων.
Ξεχέρσωσαν τη γη, μάζεψαν αγκάθια και λιθάρια, την πότισαν με αίμα, δάκρυ και ιδρώτα. Την έκαμαν χωράφι. Γίναν οργοτόμοι και φυτευτάδες. Σαν δουλεύανε, τα μεσημέρια έχοντας το χέρι αντήλιο, κάτω από το φλογισμένο ήλιο που τρεμόπαιζε πάνω στις βελονιές των πεύκων, στο ασήμι της λεύκας και στα σπασμένα αγάλματα του Παλατιανού, με πρόσωπα ηλιοστράγγιστα χωμένα μέσα σε χαίνουσες ρυτίδες, έγιναν χτίστες και μάστοροι. Τα σπίτια άρχισαν σιγά-σιγά να φαίνονται.
Η κοινωνική ζωή του τόπου μας, μεγάλωσε σε διάσταση από την επίδραση του προσφυγικού στοιχείου.
Τραντέλλενες που εκαμίνευσαν τον Ελληνισμό σε ξένα χώματα, βρήκαν ελπίδα στη φιλόξενη γη, που λέγεται πατρίδα.
Έκαμαν την τραγωδία τους, τραγούδι, ν' αντιλαλεί στις ρεματιές και τις πλαγιές.
Μονάκριβη τους περιουσία η μνήμη.
Μονάκριβη τους περιουσία η μνήμη.